Πριν το Τέλος

2021-03-26

Κοιτούσε ώρα τώρα από ψηλά την χιονισμένη πόλη, μουντή και αφιλόξενη να ρουφάει με τον ίσκιο από το βουνό της που καμάρωνε  στα πόδια της, τις στάλες από τα δάκρυα του, σαν να την δυνάμωναν για να μπορεί έπειτα να καταβροχθίσει την καρδιά του.

         

Ο Βίκτωρας ήταν ένας  άντρας, ευγενικός και καλόκαρδος , μετά από χρόνια σκληρής δουλειάς δημιούργησε από το μηδέν μία εταιρία με ανταλλακτικά αυτοκινήτων είχε σπουδάσει οικονομικές επιστήμες, και η καταγωγή του ήταν από φτωχή οικογένεια , ο πατέρας του είχε ένα συνεργείο αυτοκίνητων, αλλά ο ξαφνικός θάνατός του τον ανάγκασε να συνεχίσει να το λειτουργεί ο ίδιος το συνεργείο ,για να θρέψει την μάνα του και την δίδυμη αδελφή του που στα ξαφνικά έμειναν μόνες και σαν άντρας του σπιτιού έπρεπε να τις  προστατέψει, να τις προσφέρει μια ζωή άνετη, παρόλο που ο πόνος της μάνας του για τον χαμό του πατέρα του την είχε συντρίψει, μισή την είχε αφήσει σαν τσιγαρόχαρτο.

Σιγά-σιγά με πολύ κόπο μετέτρεψε το συνεργείο σε αντιπροσωπεία ανταλλακτικών αυτοκίνητων με μεγάλη επιτυχία.

Σ' ένα ταξίδι του, για να διαπραγματευτεί  με εμπόρους, την εισαγωγή ανταλλακτικών ,γνώρισε την Στέλλα που για καλή ή κακή του τύχη εκείνη την μέρα έκανε χρέη μεταφραστή .

Η γνωριμία τους γρήγορα εξελίχθηκε σε έναν παράφορο έρωτα δίχως όρια ,είχε αποφασίσει να καταθέσει κάθε ικμάδα της ψυχής του στα χέρια της.

Σήμερα σε αυτή την βουβή, μουντή και χιονισμένη  πόλη ,έπρεπε να μαζέψει τα συντρίμμια του και να γυρίζει στην Ελλάδα ,τίποτα στην ζωή του δεν θα ήταν πια το ίδιο.

Το κρύο χοντρό του αγκύλωνε τα δάχτυλα και κάθε τόσο τα ζέσταινε με την ανάσα του.

Είχε βγει στο μπαλκόνι για να μην τον δει να κλαίει γιατί οι άνδρες δεν κλαίνε ποτέ -Έτσι έμαθε από τον σκληρό πατέρα του.

Κάθε φορά που ερχόταν να δει την Στέλλα άφηνε και ένα κομμάτι από την καρδιά του μέσα σε αυτό το μικρό διαμέρισμα του τρίτου ορόφου, σήμερα όμως θα την άφηνε ολάκερη .


Βρήκε μια δικαιολογία ότι ήθελε να καπνίσει ένα τσιγάρο , τράβηξε την μπαλκονόπορτα και βγήκε στο μικρό στενό μπαλκόνι - ήταν μανιώδης καπνιστής -προσπαθούσε να διαχειριστεί τα συναισθήματά του ,να μην λυγίσει να αντέξει για άλλη μία φορά τον αποχωρισμό τους.

Η Στέλλα φορώντας ακόμα την μπλούζα του - για να τον χαίρετε στις νύχτες της μοναξιάς -προσπαθούσε να ζεσταθεί μέσα στην παγωμένη μικρή κουζίνα ανάβοντας το μάτι αερίου , η φλόγα πετάχτηκε και χοροπηδώντας πάνω στο μάτι της συσκευής έτρεχε να ζεστάνει το μικρό δωματιάκι.

ο Βίκτωρας θλιμμένος κοιτούσε από ψηλά ίσως για τελευταία φορά τη θέα, χιονισμένοι δρόμοι στολισμένα δέντρα με άσπρες τούφες στα κλαδιά τους ένα απόκοσμο τοπίο ,τα μαλλιά του πια είχαν κρυσταλλώσει από την παγωνιά ,έμοιαζε σαν τον πρίγκιπα της Σιβηρίας.

Στο βάθος του δρόμου τα καταστήματα μόλις είχαν αρχίσει να ανοίγουν , είχαν βγει οι καταστηματάρχες στο πεζοδρόμιο και με φτυάρια και σκούπες προσπαθούσαν να το καθαρίσουν από το χιόνι και τον πάγο.

Παγωμένη μετά την βραδινή τους συζήτηση έμοιαζε και σχέσης τους που εδώ και τρία χρόνια την δοκίμαζε  η ριμάδα η απόσταση .

Περνώντας από το πεζοδρόμιο μπροστά από το κτήριο που έμενε η Στέλλα ,μια ηλικιωμένη κυρία  δεν θα ήταν πάνω από εβδομήντα πέντε χρόνων γλίστρησε και έπεσε φαρδιά πλατειά στο πεζοδρόμιο, αμέσως έτρεξε κόσμος να την βοηθήσει, μέσα στο κακό χαμό που γινόταν ένα κύριος έκανε ένα βήμα πίσω έβγαλε ένα περίστροφο -Το έβλεπε καθαρά από ψηλά ο Βίκτωρας - Ούρλιαζε στον κόσμο να τον σταματήσουν αλλά κάνεις δεν τον άκουγε μέσα στις φωνές και τον πανικό που επικρατούσε.

Ο Άγνωστος ψηλός Άντρας κόλλησε το Ρεβόλβερ στον κρόταφο του και πάτησε την σκανδάλη .

                                                             

ΛΙΓΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ ΠΡΙΝ


Ο Ιβάν βγήκε από το χαμηλό σπίτι κλαίγοντας περπάτησε σχεδόν τρικλίζοντας μέχρι τον φράχτη και σωριάστηκε στον χωματόδρομο.

Κάτω από την κάπα του κρατούσε ένα ρεβόλβερ του 80 απομεινάρι από τον εμφύλιο, δεν μπόρεσε να το στρέψει στο πρόσωπο αυτής που αγαπούσε , μπορούσε εύκολα όμως να το στρέψει στο δικό του κούτελο.

Το θέαμα των δυο κορμιών να λικνίζονται και τα βογγητά του έφερναν αναγούλα , σηκώθηκε και περπάτησε αργά με τα πόδια του να σέρνονται στο χώμα μέχρι να βγει στην άσφαλτο.

Είδε ένα τσούρμο κόσμου μαζεμένο απέναντι από ένα κτήριο και ένα άνδρα από ψηλά να κραυγάζει για βοήθεια ,προχώρησε προς το μέρος τους, ο ήχος από τις φωνές, όσο πλησίαζε δυνάμωναν τις άκουγε πια πιο καθαρά πόσο απεγνωσμένα ζητούσαν μία βοήθεια.

Πλησίασε την ηλικιωμένη κυρία είδε στα μάτια της τον πόνο, πόνος βαθύς ,αδίστακτος που σου τρώει τα σωθικά, έσκυψε την φίλησε « Μάνα» της ψιθύρισε  « μην κλάψεις για μένα» 'Εκανε δυο βήματα πίσω σήκωσε το περίστροφό το έβαλε στον κρόταφο του και πυροβόλησε.

Όχι ούρλιαξε ο Βίκτωρας από ψηλά όχι -όχι ,έτρεξε μέσα στο κουζίνα κάθισε στα γόνατα σε στάση προσευχής, έπιασε το πρόσωπό και έβαλλε τα κλάματα.

«Πουτάνα» ούρλιαξε η γριούλα και έσφιξε το άψυχο σώμα που κρεμόταν στην αγκαλιά της «Τον έφαγες σκύλα τον γιο μου με τα καμώματα σου, καταραμένη ,να σε κυνηγά σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου το κρίμα σου ,γαμημένη σκύλα. »

Ο Θρήνος βαρύς έπεσε στην γειτονιά και στην μικρή πλατεία ,θα μιλούσαν χρόνια για αυτήν την σκληρή κρύα μέρα του Μάρτη.

Πίσω στο μικρό δωματιάκι παιζόταν άλλο ένα δράμα ο Βίκτωρας  καθισμένος ακόμα στα γόνατα , άκουγε άλλη μία φορά την απόφαση της να διακόψουν την σχέση τους, η Στέλλα  αγέρωχη με τα γαλανά της μάτια να βγάζουν φωτιές  του εξηγούσε του λόγους που την οδήγησαν σε αυτή την απόφασης της όπως του εξομολογήθηκε ακόμα από το χθεσινό τους βράδυ.



Αμίλητος φόρτωσε στον ώμο του το μικρό σάκο με τα λίγα πράγματα που κουβάλησε για αυτό το ταξίδι , Η Στέλλα με δάκρυα στα μάτια προσπαθούσε να τον αποχαιρετήσει  ,αλλά το μυαλό του Βίκτωρα  είχε κολλήσει στην σκηνή της αυτοκτονίας του άγνωστου άνδρα ,που από ένα παιχνίδι την μοίρας είχε δεθεί με την δική του ζωή σε ένα δύσκολο μονοπάτι της .

Έκλεισε με δύναμη την εξώπορτα και κατέβηκε τρέχοντας τα σκαλιά, έφτασε στην είσοδο της οικοδομής  και βγήκε με γρήγορα βήματα στον απέναντι δρόμο, ούτε καν αποχαιρέτησε την Στέλλα, σχεδόν την μισούσε εκείνη την στιγμή για την παράλογη απόφαση της να διακόψουν την σχέση τους ,ο κόσμος ακόμα ήταν εκεί ,είχε σκεπάσει το πτώμα του άνδρα με ένα σεντόνι και η μάνα του τον κρατούσε σφιχτά στην αγκαλιά της , το μοιρολόι της σου έσφαζε ,σου ρήμαζε την καρδιά.

Προχώρησε λίγα μέτρα πάνω στον δρόμο ,βρήκε ένα ταξί και ξεκίνησε για το αεροδρόμιο, ήταν η τελευταία φορά που επισκεπτόταν την καταθλιπτική αυτή πόλη και την Στέλλα.

Χρόνια αργότερα θα μάθαινε πως η Στέλλα λίγους μήνες μετά τον χωρισμό τους παντρεύτηκε ένα βιομήχανο από την Τρίπολη.

Μάτωσε η καρδιά του όταν το έμαθε , χλόμιασε , πόνεσε βαθειά , αλλά ποτέ δεν είπε  μια κουβέντα για το γεγονός αυτό καθαυτό,συνέχισε όμως να πηγαίνει κάθε μήνα μια φορά στο τηλεφωνικό θάλαμο, που τότε την έπαιρνε τηλέφωνο  για να μην νοιώθει μόνη στα κρύα βράδια της μοναξιάς που ζούσαν, και αφήνει ένα κόκκινο τριαντάφυλλο για να τιμήσει εκείνες τις μουντές δύσκολες  μέρες .


Μιχάλης Ζεχερλής


Tags :
Όνειρα Σεπτέμβρης
Νοέμβρης
Σχετικές δημοσιεύσεις

Σειρά: Δια χειρός Μιχαήλ

Painting

Χρονογράφημα
Μαύρος Καθρέπτης
Σκέψεις
θέμα: Δεν υπάρχει κάποια εισαγωγή ούτε θα δρέψει δάφνες λογοτεχνικού κειμένου το σημείωμα αυτό.

Μηχανή που τρέχει στους δρόμους

Η Ασπίδα το Τόξο και το Βέλος
Χρονογράφημα
Του Μιχάλη Ζεχερλή
Θέμα: Πραγματεύεται τις κουραστικές ,βαρετές και ανώφελες συναντήσεις των ανθρώπων στην σημερινή εποχή που δυστυχώς δεν έχουν καμία ουσία.

Σειρά ιστοριών δράσης

Vilage
12-12-2018
Γράμμα δίχως Παραλήπτη
Σειρά διηγημάτων με τον κεντρικό τίτλο
Οι μυστικές ιστορίες του Οθέλλου Ηστ
Θέμα:Ιστορία Δράσης και έρωτα λίγο μετά την πτώση του δικτάκτορα Τσαουσέσκου στην πόλη του Cluz στις μέρες των Χριστουγέννων

Αγόρι και κορίτσι στην εξοχή

Σειρά διηγημάτων με τον κεντρικό τίτλο
Οι μυστικές ιστορίες του Οθέλλου Ηστ
Θέμα: O Oθέλλος μέσω της Ευγενίας περιγράφει τους λόγους που μετακόμισε στην Αθήνα λίγα χρόνια μετά τον εμφύλιο με ένα εντυπωσιακό τρόπο ...Που χρόνος να θρηνήσουν του νεκρούς τους , ο θάνατος καθημερινότητα, χωνί που ρουφούσε την ζωή ήταν ο εμφύλιος...

Follow us
facebook twitter youtube tiktok envelope home

Προσοχή:
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση με οποιοδήποτε τρόπο , η αναπαραγωγή, ολική μερική ή περιληπτική ή η απόδοση κατά παράφραση η διασκευή των λογοτεχνικών κειμένων που δημοσιεύονται στο moments blog χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια των δημιουργών τους και του moments club.Νόμος 2121/1993 και κανόνες του Διεθνούς δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.
Παραγωγή: Moments Blog