προϊόν της τέχνης του λόγου.
Εκείνη την ώρα εμφανίζεται ασθμαίνουσα και καλοντυμένη η
επιβλητική φίλη. Ο αντιπεπονθώς κάνει αμέσως χώρο για να καθήσει στην κενή θέση
που της έχει κρατήσει (ως σύγχρονος συνάδελφος …του Καρυωτάκη) στα αριστερά
του. Η κενή θέση δεξιά του στεγάζει το παλτό τής καλοβαλμένης κυρίας.
Κι αρχίζει το επόμενο ψυχόδραμα:
«Έχεις βγάλει και δικό μου εισιτήριο;».
«Όχι, σε έπαιρνα και δεν απαντούσες. Νόμιζα πως είχες ήδη
μπει».
«Ήμουνα στο μετρό και δεν το άκουγα».
Κάνει μεταβολή, ιδιαίτερα ευκνευρισμένη και φεύγει.
Βασίλισσα που αποσύρεται. Πριγκίπισσα, τουλάχιστον.
Οκτώ παρά δύο λεπτά.
Τρίτο ψυχόδραμα:
«Φορέστε τη μάσκα σας κύριε», λέει μια άλλη κυρία κάπου στο
βάθος δεξιά.
«Όχι».
«Τι όχι; Γιατί όχι; Εμείς γιατί τις φοράμε;».
«Εσείς δεν είστε τιμωρία όπως εμείς;», λέει αμετανόητη η
χαριεντιζόμενη χωριάτα τού πρώτου σκηνικού.
«Σε λάθος ταινία βρεθήκατε κοπέλες μου. Δεν παίζει απόψε το
Γυναίκες στα πρόθυρα νευρικής κρίσης», λέει ο επαναστάτης με αιτία, που ξέχασε
ως φαίνεται πως ο δημοσιοϋπαλληλικός κώδικας λέει, προβλέπει, επιβάλλει την
χρηστή, κόσμια, πολιτικώς ορθή
συμπεριφορά τών δημοσίων λειτουργών εντός κι εκτός Υπηρεσίας.
«Μα γιατί δεν φορούν τις μάσκες τους; Είναι ο κανονισμός»,
λέει η βορείων προαστίων κυρία δίπλα του.
«Πρέπει να το κοιτάξετε. Από αύριο. Να πάτε να κοιταχτείτε
σε ειδικό», προτείνει αυτός, ο εξεγερθείς αντιήρωάς μας, στην αγροίκα,
ανθηρόστομο, που είπε τον καλοντυμένο άνθρωπο μαλάκα.
Η τρίτη κυρία επιμένει: «Να βάλετε μάσκα κύριε».
«Να, εδώ την έχω», απαντάει ο αντιρρησίας συνειδήσεως.
«Μάσκα!!! Μάσκα!!! Μάσκα!!!», φωνάζει τώρα όλο το κοινό εν
χορώ.
«Καλά, τότε, σηκώνομαι και φεύγω», λέει ο επαναστάτης.
Παίρνει την κυρία του, συνοδό, σύντροφο, ερωμένη, συγκάτοικο ή ταίρι του και
βγαίνουν.
Sms στο κινητό τού πρώτου παθόντος από την αποχωρήσασα φίλη
του, την οποία δεν μπορώ να την πω καθυστερημένη. Το αντίθετο μάλιστα.
Ευφυέστατη. Αλλά και επιμελής ως προς την εμφάνισή της. «Κρίμα τόσο τρέξιμο.
Αφού σου είπα ότι έρχομαι. Αν είχε συμβεί κάτι θα σου τηλεφωνούσα. ΤΕΣΠΑ, που
λένε τα παιδιά».
Το σκοτάδι πέφτει. Τίτλοι αρχής στη μεγάλη οθόνη.
Προλαβαίνει (ο χαμηλόμισθος γραφιάς) να ψάξει, να αναζητήσει, να
αποκωδικοποιήσει επιτέλους στο ταλαίπωρο, ληγμένο και παμπάλαιο κινητό του την
καινούργια άγνωστη λέξη: «ΤΕΣΠΑ = ΤΕλος ΠΑντων».
Η ταινία δεν ήταν τόσο καλή όσο όλα όσα προηγήθηκαν.
Τίτλοι τέλους. Ανακούφιση. Κάποιοι σφουγγίζουν μάτια και
χέρια και αυτιά.
Ώριμος Αλμβοδόβαρ, χωρίς χιούμορ, που νοσταλγεί τον
νεορεαλιστικό ιταλικό κινηματογράφο. Δακρύβρεχτη ταινιούλα σαν του Φίνου, με
την Μάρθα Βούρτση, αλλά με την κορμάρα εδώ τής Πενέλοπε Κρουζ».
Τελεία.
Δρ Κωνσταντίνος Μπούρας
https://konstantinosbouras.gr